- μυθικωτέραις
- μῡθικωτέραις , μυθικόςmythicfem dat comp plμῡθικωτέρᾱͅς , μυθικόςmythicfem dat comp pl (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.